Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Zeitgeist Newsletter #1 part 4

Μια Οικονομία με Βάση τους Πόρους
του Stuart Dobson

Η Οικονομία με Βάση τους Πόρους - μια ιδέα του Jacque Fresco για ένα σύστημα όπου όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες είναι διαθέσιμα χωρίς χρήματα, πίστωση, αντιπραγματισμό ή οποιουδήποτε άλλου μέσου χρέωσης ή υποτέλειας - είναι μια επινόηση διαλυτική για τα κοινωνικοοικονομικά μοντέλα. Η ιδέα αλλάζει τον τρόπο εστίασης για το πώς μια κοινωνία λειτουργεί σε πρωταρχικό επίπεδο, δημιουργώντας μια αλληλουχία ριζικών επιπτώσεων που διαπερνούν ολόκληρη την κοινωνία. Για πολλούς, η αφαίρεση του χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι ένα λογικό βήμα, το οποίο θα υλοποιήσει τις βαθύτερες ελπίδες και όνειρα μας, αποκαλύπτοντας έναν υπέροχο ιδανικό κόσμο. Αλλά, ένα μεγάλο κομμάτι από το όραμα για μία Οικονομία Βάση των Πόρων βρίσκεται στο μέλλον. Προφανώς, οι συνέπειες για την υιοθέτηση ενός νέου κοινωνικού μηχανισμού θα πάρουν κάποιον χρόνο να εξαπλωθούν. Παρόλα αυτά, τα υποβόσκοντα στοιχεία αυτών των λογικών συνειρμών είναι κατά πολύ σχετικά με το παρόν. Η ιδέα για μια Οικονομία με Βάση τους Πόρους είναι βασισμένη στην λογική και θεμελιώνεται στην παρούσα πραγματικότητα. Κοιτάζοντας στην ουσία του προβλήματος, η απλούστερη και πιο αποδοτική λύση είναι ορατή. Αυτός δεν είναι κάποιος φουτουριστικός στόχος. Είναι απλά ένας τρόπος να βλέπουμε τα προβλήματα από μια προοπτική βασισμένη στην πραγματικότητα. Η Οικονομία με Βάση τους Πόρους είναι απλά λύσεις κατά συμπερασμό που επέρχονται με το να σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο. Μπορούμε να το κάνουμε όλο αυτό τώρα, σήμερα. Χρησιμοποιώντας την επιστημονική μέθοδο και σε αρμονία με τη φύση, μπορούμε να αναπτύξουμε λύσεις στα προβλήματά μας επιδεικνύοντας αποδοτικότητα και σοβαρότητα. Δουλεύοντας με την πραγματικότητα είναι πολύ πιο απλό και πιο αποτελεσματικό από το να δουλεύουμε εντός των ορίων μια ψευδαίσθησης όπως συμβολικών πηγών ή ψευδούς διαιωνιζόμενης ανεπάρκειας. Κάνοντάς το, φτάνουμε σε πολλά απίστευτα συμπεράσματα.
Τα σχέδια του Jacque Fresco είναι το αποτέλεσμα μιας οπτικής που κοιτά τα προβλήματα πέρα από τη διαφθορά του χρηματοπιστωτικού συστήματος εκφρασμένη με μορφές όπως ακρωτηριασμό της αποδοτικότητας, εμμονή για κέρδος, ανθρώπινη χειραγώγηση και περιβαλλοντική αδιαφορία. Αποτελεσματικότητα, απλούστευση και περίσκεψη είναι φυσικά παραπροϊόντα αυτού του τρόπου σκέψης, που οδηγούν σε μεγαλύτερα οφέλη όπως καινοτομίες, καλοσύνη, και ειρήνη.
Όπως βλέπετε, μια Οικονομία με Βάση τους Πόρους δεν είναι κάποια απόμακρη, φουτουριστική επινόηση. Είναι μια θεμελιώδης μετατόπιση της εστίασής μας που έχει ως αποτέλεσμα πρωτοφανή οφέλη. Οι καταπληκτικές εικόνες των τεχνολογικών θαυμάτων του Venus Project και το όνειρο ενός κόσμου χωρίς διαφθορά και πόνο, είναι αυτά που το Venus Project μπορεί να γίνει.
Παρόλα αυτά, μπορούμε ατομικά να επιτύχουμε τα ιδεώδη μιας Οικονομίας με Βάση τους Πόρους σήμερα, χωρίς να αναρωτιόμαστε πώς θα επιτύχουμε τον απίστευτο κόσμο που ο Jacque έχει ήδη απεικονίσει για εμάς. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να γίνουμε οι δικοί μας πρεσβευτές του ορθολογισμού - δημιουργώντας απλότητα, αποδοτικότητα και καλοσύνη.
Οικονομικά
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΕΡΔΟΥΣ
του Peter Joseph
Στη σύγχρονη εποχή, υπάρχει μεγάλο ποσοστό δημόσιας κριτικής σχετικά με την “κατάχρηση”, μέσα στα πλαίσια του χρηματοοικονομικού συστήματος. Τοξικά παράγωγα, CEO Μπόνους, δολοπλοκίες πυραμίδας Madoff, απάτες Goldman Sachs, κ.λ.π. Αυτά τα σχεδόν σταθερά φαινόμενα θεωρούνται παραδοσιακά “ανωμαλίες” μέσα στο τρέχον καθεστώς, πεταμένα στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, σαν να έπρεπε να εκπλαγούμε από αυτές τις πραγματικότητες. Αυτό που δεν βλέπετε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων σχετικά με τέτοιες “διαφθορές”, είναι εκείνες οι δράσεις οι οποίες είναι, κατ’ αρχήν, το ίδιο διεφθαρμένες - αλλά έχουν γίνει δεκτές ως “φυσιολογικές” κάτω από τη μάσκα της “στρατηγικής μάρκετινγκ” και της “ανταγωνιστικής φύσης” της αγοράς. Αυτές περιλαμβάνουν διάφορες μορφές ανεντιμότητας, όπως η εσκεμμένη κατακράτηση της αποδοτικότητας ενός συγκεκριμένου προϊόντος, χάριν της μείωσης του “βασικού κόστους”, με την τάση προστατευτισμού για αυτοσυντήρηση κάθε εταιρείας, ανεξάρτητα από την κοινωνική λειτουργία ή την εμφάνιση καινοτομιών, που θα μπορούσαν να ανακόψουν τρέχουσες κερδοφόρες πρακτικές.
Είναι σημαντικό να επισημάνω ότι τα κίνητρα, και κατ’ επέκταση οι δράσεις, κάθε ανθρωπίνου όντος εντός μίας κοινωνίας, μπορεί να είναι μόνο συνέπεια επιρροών αυτής της κοινωνίας. Η κλοπή, για παράδειγμα, δεν είναι “γενετικό” χαρακτηριστικό. Είναι το προϊόν μιας κουλτούρας. Το ανθρώπινο κίνητρο είναι σύνθετο και η μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς θα έπρεπε να είναι στην πρώτη γραμμή της εγκληματολογίας, με όλα τα σχετικά χαρακτηριστικά του κοινωνικού συστήματος να θεωρούνται ως πιθανές αιτίες. Δεν είναι αποκάλυψη της ανθρώπινης ψυχολογίας και, κατά συνέπεια της κοινωνιολογίας, ότι αν μια συγκεκριμένη πράξη δεν προσφέρει την κατάλληλη ανταμοιβή, τότε φυσικά θα υπάρχουν ελάχιστα κίνητρα για την πραγματοποίηση της. Ομοίως, εάν μπορεί να επιτευχθεί προσωπικό όφελος/ανταμοιβή, με αυτό που η κοινωνία καταδικάζει ακόμη και ως “παράνομη δράση”, η διάκριση αυτή πραγματικά δεν αλλάζει τίποτα, αν υπάρχει ένα επίπεδο απελπισίας σε κάποιο άτομο που έχει την ανάγκη να την κάνει, οποιαδήποτε και αν είναι αυτή η δράση.
Τώρα, ιστορικά, το κοινό θεωρεί ότι ορισμένες ενέργειες είναι “ηθικές” ενώ άλλες δεν είναι. Το να ψεύδεσαι, για παράδειγμα, θεωρείται “ανήθικο”, τόσο από κοινούς θρησκευτικούς όσο από νομικούς κώδικες συμπεριφοράς. Αλλά σε τι ακριβώς αναφέρονται; Ποιο επίπεδο ψεύδους είναι άξιο αναφοράς; Το γεγονός είναι πως κάθε πράξη χρηματικού κέρδους βασίζεται σε μια μορφή ανεντιμότητας, μόνο που αυτή η ανεντιμότητα επαναπροσδιορίζεται απλώς ως “ανταγωνιστική”. Στον κόσμο του μάρκετινγκ, τα πάντα οδηγούνται από το “πλεονέκτημα”. To “ανταγωνιστικό προβάδισμα” δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια παθητική διαφθορά, όπου οι ανταγωνιζόμενες εταιρείες επιδιώκουν να “ξεκάνουν” η μία την άλλη, με οποιοδήποτε τρόπο μπορούν, στο όνομα του μεριδίου αγοράς. Η ίδια η πράξη της επιδίωξης διαφορικού πλεονεκτήματος είναι στο να εμπλέκεται στην κακοποίηση ενός άλλου ατόμου ή ομάδας. Ασχέτως αυτού, το κοινωνικό μας σύστημα, γενικότερα, επιλέγει να αποκρύπτει την κατανόηση αυτή, και αντίθετα να επιβάλλει κατασταλτικές πρακτικές, σε ό,τι το σύστημα ορίζει ως “κοινωνικά προσβλητική συμπεριφορά” (ή έγκλημα), αγνοώντας, στην πραγματικότητα, τις βασικές αιτίες των περισσοτέρων από αυτές τις λεγόμενες “εγκληματικές” δράσεις - παραβλέποντας παράλληλα τις άλλες, “αποδεκτές” μορφές ανεντιμότητας που είναι παρούσες.
Παρεμπιπτόντως, ο χαρακτηρισμός της “προσβλητικής” ανθρώπινης συμπεριφοράς μπορεί να προέλθει μόνο από μια προσαρμογή στο κοινωνικό σύστημα. Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως “εγκληματίας”, καθώς είμαστε όλοι προϊόντα, και ως εκ τούτου θύματα, της κουλτούρας μέσα στην οποία γεννιόμαστε.
Τώρα, πριν ξεκινήσουμε, υπάρχει ένα ακόμη πράγμα που θα ήθελα, διστακτικά, να επισημάνω. Κριτική για τη σημερινή οικονομική πραγματικότητα, και ως εκ τούτου το πρόβλημα του κέρδους, δεν σημαίνει αυτομάτως πως το πρόσωπο που παρουσιάζει μια τέτοια πρόκληση είναι “Μαρξιστής” ή “Κομμουνιστής”. Ναι, η προηγούμενη δήλωση φαντάζει λίγο κωμική σε εκείνους που έχουν συνηθίσει να σκέφτονται κριτικά, αλλά δυστυχώς, έχω ανάγκη να το επισημάνω, γιατί μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που διαβάζει αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσει απλά να βρει έναν τρόπο να το μειώσει σε “Μαρξιστικές Ανοησίες” - ένα απερίσκεπτο, καπιταλιστικό σύνθημα, το οποίο έχω βαρεθεί αρκετά. Μία από τις μεγαλύτερες μορφές επιβεβλημένης αναστολής προέρχεται από τη δημιουργία συσχετισμών, που έχουν παραδοσιακά οριστεί ως “διαψευσμένοι”, “απαξιωμένοι” ή κάτι παρόμοιο. Αυτή είναι μία πανάρχαια τακτική προπαγάνδας με σκοπό να δημιουργήσει δυσάρεστους, ενοχλητικούς και εριστικούς συνειρμούς, προκειμένου να εκτροχιάσει την κριτική σκέψη, σχετικά με συγκεκριμένα ζητήματα “ταμπού”. Σαν μια θρησκεία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και η “θεολογία” της “ελεύθερης αγοράς”, δεν αποτελούν εξαίρεση. Οι αρχιερείς του σημερινού οικονομικού μας μοντέλου, εμφανίζονται συνήθως με τη μορφή “χρηματοπιστωτικών οικονομολόγων” που εργάζονται σε έναν τομέα, που έχει αποδεδειγμένα αποσυνδεθεί από κάθε είδους φυσικής ή επιστημονικής λειτουργίας, σε σχέση με το τι πραγματικά στηρίζει την πραγματική ανθρώπινη ζωή σε αυτόν τον πλανήτη - που είναι οι φυσικοί πόροι και η επιστημονική μέθοδος. Το μόνο βιώσιμο οικονομικό μοντέλο, που μπορεί ενδεχομένως να υπάρχει σε κάθε πολιτισμό, πρέπει να βασίζεται ρητά στη διαχείριση και διατήρηση των πόρων. Το σύστημα της αγοράς, που υπάρχει σήμερα στον κόσμο, είναι μια παντελής αποτυχία στο θέμα αυτό και, στην πραγματικότητα, λειτουργεί σε αντίθετη κατεύθυνση - διαιωνίζοντας την εκμετάλλευση, τη ρύπανση, και τις ψυχολογικές νευρώσεις.
Εδώ έχουμε έξι προβληματικά χαρακτηριστικά του συστήματος της αγοράς:
1) Ένα Σύστημα Κινήτρων “Δημιουργίας Διαφθοράς”. Λέγεται συχνά ότι η ανταγωνιστική αγορά, δημιουργεί το κίνητρο να ενεργούμε προς όφελος της κοινωνικής προόδου. Αν και αυτό είναι εν μέρει αλήθεια, δημιουργεί επίσης ένα ίσο, αν όχι μεγαλύτερο, ποσοστό διαφθοράς με τη μορφή της προγραμματισμένης βραχυβιότητας, κοινό έγκλημα, πολέμους, οικονομικές απάτες μεγάλης κλίμακας, την καταναγκαστική εργασία και πολλά άλλα ζητήματα. Πολύ πάνω από το 90% των ανθρώπων στις φυλακές βρίσκονται εκεί λόγω εγκλημάτων που σχετίζονται με το χρήμα ή λόγω μη βίαιων αδικημάτων που σχετίζονται με τα ναρκωτικά. Η πλειοψηφία της νομοθεσίας έχει να κάνει ως επί το πλείστον με χρηματοπιστωτικής βάσης εγκλήματα. Επίσης, αν κάποιος εξετάσει με κριτικό πνεύμα την ιστορία και ψάξει στις τεκμηριωμένες βιογραφίες ανθρώπων που υπήρξαν οι μεγαλύτεροι επιστήμονες και εφευρέτες της σύγχρονης εποχής, όπως οι Ν. Tesla, Α. Einstein, A. Bell, οι αδελφοί Wright και πολλοί άλλοι, θα διαπιστώσει ότι κανείς από αυτούς δεν βρήκε το κίνητρο που χρειαζόταν στην προσδοκία οικονομικού οφέλους. Το ενδιαφέρον για να βγάλει κάποιος λεφτά δεν πρέπει να συγχέεται με το ενδιαφέρον για τη δημιουργία κοινωνικά ωφέλιμων προϊόντων.
Σε μια βιώσιμη κοινωνία, το ανθρώπινο κίνητρο θα καθοδηγούταν από τις συνεισφορές για την κοινωνία, άρα και προς τους “εαυτούς μας” - όχι αφηρημένα από την επιδίωξη οικονομικού οφέλους. Το σύστημα θα ήταν σχεδιασμένο για να εξυπηρετηθούν καλύτερα οι ανάγκες του πληθυσμού άμεσα. Ναι, αυτό είναι το επικίνδυνο φαινόμενο για το οποίο γίνεται τόσος λόγος, με την εικόνα του αίματος να περιβάλλει τον πλανήτη Γη, χαρακτηρισμένο ως “σοσιαλιστικό”. Θεός φυλάξει, η κοινωνία θα μπορούσε πράγματι να έχει “σχεδιαστεί” προς όφελος των ανθρώπων που ζουν μέσα της. Το γεγονός είναι, ότι το κίνητρο του κέρδους, και άρα το βασισμένο στον ανταγωνισμό σύστημά μας, είναι εντελώς “αντικοινωνικό”. Είναι καθαρή διαφθορά. Όλο το νόημα της κοινωνικής οργάνωσης είναι να διευκολύνει και να διαιωνίσει την ευημερία των πολιτών της. Στη σημερινή κοινωνία, ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Οι άνθρωποι μαθαίνουν ότι πρέπει να “κερδίσουν τα προς το ζην”, κάτι το οποίο διαιωνίζει μια μορφή δεισιδαιμονίας όπου μόνον ορισμένοι άνθρωποι αξίζουν το “δικαίωμα στη ζωή”, ενώ άλλοι όχι.
2) Η ανάγκη για απεριόριστη ανάπτυξη. Άπειρη οικονομική ανάπτυξη δεν είναι μόνο μαθηματικά αδύνατη, αλλά και οικολογικά επιζήμια. Ενώ κάποιοι άνθρωποι μπορούν να αντιπαρατίθενται γύρω από το θεωρητικό χαρακτήρα του “καπιταλισμού” και το πώς “υποτίθεται” ότι αυτός λειτουργεί, ένα πράγμα είναι σαφές ιστορικά: διαιωνίζει/απαιτεί συνεχή ανάπτυξη και κατανάλωση. Η όλη βάση του Συστήματος της Ελεύθερης Αγοράς δεν είναι η έξυπνη διαχείριση των, ως επί το πλείστον, πεπερασμένων πόρων μας σε αυτόν τον πλανήτη, αλλά μάλλον η αέναη άντληση και κατανάλωσή τους για χάρη του κέρδους και της “οικονομικής ανάπτυξης”. Για να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας, οι άνθρωποι πρέπει συνεχώς να αγοράζουν και να καταναλώνουν, ανεξάρτητα από την κατάσταση του περιβάλλοντος και, συχνά, ανεξάρτητα από την χρησιμότητα των προϊόντων ή την κάλυψη βασικών αναγκών. Αυτό είναι το ακριβώς αντίθετο αυτού που απαιτείται για μια βιώσιμη πρακτική, η οποία είναι η στρατηγική διατήρηση των φυσικών πόρων και η αποδοτικότερη χρήση τους.
Σε μια βιώσιμη κοινωνία, μια οικονομία “σταθερής κατάστασης” θα ήταν σε τάξη. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρχει καμία πίεση για συνεχή κατανάλωση, καθώς η εργασία δεν είναι συνδεδεμένη με τον παραγωγικό κύκλο και τον κύκλο της κατανάλωσης. Ενώ είναι πολύ δύσκολο για τους περισσότερους ανθρώπους σήμερα να φανταστούν έναν κόσμο που δεν θέτει την ανάγκη για “εργασία με σκοπό την απόκτηση εισοδήματος”, πρέπει να τονιστεί ότι η διαρκής απαίτηση εργασίας δεν είναι παρά επιζήμια στη σύγχρονη εποχή, ειδικά αν λάβουμε υπ’ όψιν την αυξανόμενη αποδοτικότητα της μηχανοποίησης της εργασίας στα ανεπτυγμένα κράτη.
3) Ένα δυσλειτουργικό, αναποτελεσματικό βιομηχανικό συγκρότημα το οποίο σπαταλά τεράστια ποσά πόρων και ενέργειας. Στον κόσμο σήμερα, με την έλευση της παγκοσμιοποίησης, έχει καταστεί πολύ πιο κερδοφόρα η εισαγωγή και η εξαγωγή εργασίας και αγαθών σε όλη την υδρόγειο, από την παραγωγή σε τοπικό επίπεδο. Εισάγουμε μπανάνες από το Εκουαδόρ στις ΗΠΑ, εμφιαλωμένο νερό από το Fuji, της Ιαπωνίας, ενώ οι δυτικές εταιρείες μετακομίζουν σε χώρες του Τρίτου Κόσμου προκειμένου να εκμεταλλευτούν το φθηνό εργατικό δυναμικό, κ.λ.π. Ομοίως, οι διαδικασίες της εξόρυξης, της δημιουργίας των επιμέρους εξαρτημάτων, της συναρμολόγησης, της διανομής κάποιου προϊόντος, πιθανόν να περάσει μέσω πολλών χώρων για ένα μοναδικό τελικό προϊόν, απλά και μόνο λόγω του κόστους εργασίας και κόστους παραγωγής / ιδιοκτησίας. Αυτό είναι άκρως αναποτελεσματικό και δικαιολογείται μόνον στα πλαίσια του συστήματος της αγοράς προς όφελος της “εξοικονόμησης χρημάτων”.
Μία βιώσιμη κοινωνία, θα εστιάζει κυρίως στη μέγιστη δυνατή αποδοτικότητα. Η παραγωγική διαδικασία δεν θα κατακερματίζεται, αλλά θα είναι όσο πιο συγκεντρωμένη και ρευστή γίνεται, με όσο το δυνατόν λιγότερη περιφορά των υλικών, εξοικονομώντας τεράστιες ποσότητες ενέργειας και εργασίας, σε σύγκριση με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σήμερα. Τα τρόφιμα θα καλλιεργούνται σε τοπικό επίπεδο όπου είναι δυνατόν (κάτι το οποίο θα γίνεται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεδομένης της ευελιξίας που προσφέρει η κλειστή αγροτική τεχνολογία σήμερα), ενώ οι διαδικασίες της εξόρυξης, της παραγωγής και της διανομής θα είναι λογικά οργανωμένες έτσι ώστε να απαιτείται όσο το δυνατόν λιγότερη εργασία/μεταφορά/αποθηκευτικό χώρο, ενώ θα παράγονται τα *καλύτερα δυνατά προϊόντα. (*Βλέπε πιο κάτω) Με άλλα λόγια, το σύστημα έχει σχεδιαστεί για να μεγιστοποιήσει την αποδοτικότητα και να ελαχιστοποιήσει τα απόβλητα.
4) Μια τάση για “Κατεστημένα”. Πολύ απλά, τα κατεστημένα εταιρικά/οικονομικά συμφέροντα έχουν μία έμφυτη τάση για τη διακοπή νέων, κοινωνικά θετικών καινοτομιών, αν αυτές προαναγγέλλουν κάποια απώλεια του μεριδίου αγοράς, του κέρδους και, ως εκ τούτου, της δύναμής τους. Είναι σημαντικό να εξετάσουμε την ίδια τη φύση μιας επιχείρησης και την εγγενή ανάγκη της για αυτό-διαιώνιση. Εάν ένα άτομο ξεκινά μια επιχείρηση, προσλάβει υπαλλήλους, δημιουργήσει μια αγορά και η επιχείρησή του καταστεί κερδοφόρα, αυτό που έχει δημιουργηθεί, εν μέρει, αποτελεί το μέσο επιβίωσης για μια ομάδα ατόμων. Δεδομένου ότι κάθε άτομο στην ομάδα αυτή συνήθως εξαρτάται από την εταιρεία αυτή για το εισόδημά του, δημιουργείται στα άτομα αυτά μια φυσική τάση προστατευτισμού, ενώ οτιδήποτε απειλεί την επιχείρηση, απειλεί επίσης και την ευημερία της ομάδας/ατόμου. Αυτό είναι το οικοδόμημα της νοοτροπίας του “ανταγωνισμού”. Ενώ οι άνθρωποι σκέφτονται τον ελεύθερο ανταγωνισμό ως μια μάχη μεταξύ δύο ή περισσότερων εταιρειών στον συγκεκριμένο κλάδο, συχνά ξεχνούν το άλλο επίπεδο - που είναι ο ανταγωνισμός εις βάρος των νέων καινοτομιών, η υιοθέτηση των οποίων θα καταστούσε τις εταιρίες αυτές ξεπερασμένες. Ο καλύτερος τρόπος για να επεκταθώ σε αυτό το σημείο είναι απλά δίνοντας ένα παράδειγμα, όπως π.χ. η “συνεργασία” μεταξύ της κυβέρνησης των ΗΠΑ και των μεγάλων εταιριών πετρελαίου, για τον περιορισμό της χρήσης του πλήρως ηλεκτρικού αυτοκινήτου (EV) στις ΗΠΑ. Αυτό το θέμα παρουσιάστηκε και τεκμηριώθηκε επαρκώς στο ντοκιμαντέρ με τίτλο “Ποιος Σκότωσε το Ηλεκτρικό Αυτοκίνητο;”(Who Killed the Electric Car?). Το συμπέρασμα εδώ είναι ότι η ανάγκη διατήρησης του κατεστημένου για χάρη της ευημερίας αυτών που “τα παίρνουν”, οδηγεί σε μια έμφυτη τάση να σταματήσει η πρόοδος. Μια νέα τεχνολογία που μπορεί να κάνει μια προηγούμενη τεχνολογία παρωχημένη θα βρει αντίσταση εκτός και εάν υπάρχει κάποιος τρόπος για το σύστημα της αγοράς να την απορροφήσει με έναν αργό τρόπο, επιτρέποντας τη μετάβαση για τις εταιρείες (π.χ. η διαιώνιση των “Υβριδικών” αυτοκινήτων στις ΗΠΑ, σε αντίθεση με τα πλήρως ηλεκτρικά, τα οποία θα μπορούσαν να υπάρχουν σήμερα, σε αφθονία). Υπάρχουν επίσης πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο Οργανισμός Ελέγχου Τροφίμων και Φαρμάκων έχει εμπλακεί στην ευνοιοκρατία/συμπαιγνία με κάποιες φαρμακευτικές εταιρείες, για τον περιορισμό/σταμάτημα της διαθεσιμότητας προηγμένων φαρμάκων που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα ήδη υπάρχοντα/κερδοφόρα.
Σε μια βιώσιμη κοινωνία, δεν θα υπάρχει τίποτα που να συγκρατεί την ανάπτυξη/εφαρμογή σε οτιδήποτε, εφόσον έχει πλήρως δοκιμαστεί. Δεν θα υφίστανται “Κατεστημένοι Θεσμοί”. Οι νέες μέθοδοι θα εφαρμόζονται αμέσως στην κοινωνία, καθώς δεν θα υπάρχει κανένας χρηματοπιστωτικός θεσμός να παρακωλύει την πρόοδο εξ’ αιτίας της ανάγκης του για αυτοσυντήρηση.
5) Μια εγγενής βραχυβιότητα η οποία δημιουργεί προϊόντα κατώτερης ποιότητας, ακριβώς λόγω της ανάγκης να παραμείνει “ανταγωνιστική”. Αυτό το ελάχιστα αναγνωρισμένο χαρακτηριστικό της παραγωγής αποτελεί άλλο ένα παράδειγμα των αποβλήτων που δημιουργούνται στο σύστημα της αγοράς. Είναι ήδη επιζήμιο το ότι πολλές εταιρείες αντιγράφουν η μία τα προϊόντα της άλλης σε μια προσπάθεια να κάνουν τις παραλλαγές τους πιο ενδιαφέρουσες στο όνομα της δημόσιας κατανάλωσης, αλλά μια πιο σπάταλη πραγματικότητα είναι ότι, λόγω της ανταγωνιστικής βάσης του συστήματος, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι κάθε προϊόν που παράγεται είναι εξ’ αρχής κατώτερης ποιότητας από τη στιγμή που δημιουργήθηκε, λόγω της ανάγκης να μειωθεί το κόστος παραγωγής όσο γίνεται περισσότερο, και έτσι να παραμείνει “ανταγωνιστικό” έναντι ενός άλλου προϊόντος που κάποια άλλη εταιρία έχει παράγει για τον ίδιο λόγο. Το παλιό γνωμικό της ελεύθερης αγοράς, ότι οι παραγωγοί “δημιουργούν τα καλύτερα δυνατά προϊόντα στις χαμηλότερες δυνατές τιμές” είναι μια περιττή σπάταλη πραγματικότητα και επικίνδυνα παραπλανητική. Είναι αδύνατο για μια εταιρία να χρησιμοποιεί τα καλύτερα υλικά ή διεργασίες, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ ακριβό για να διατηρηθεί σε ανταγωνιστική βάση το κόστος. Πολύ απλά δεν μπορούν να κάνουν τη “στρατηγικά βέλτιστη” επιλογή - είναι μαθηματικά αδύνατο. Εάν το έκαναν, κανείς δεν θα αγόραζε το εν λόγω προϊόν, γιατί θα ήταν απρόσιτο λόγω του κόστους που συνδέεται με την υψηλότερη ποιότητα υλικών και μεθόδων. Θυμηθείτε: Οι άνθρωποι αγοράζουν ό,τι μπορούν να αντέξουν οικονομικά. Κάθε άνθρωπος σε αυτόν τον πλανήτη έχει ένα συγκεκριμένο όριο αγοραστικής δύναμης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, έτσι ώστε να συμμετέχει συνεχώς σε έναν αδιάκοπο κύκλο συνεχούς σπατάλης, μέσω της αγοράς κατώτερης ποιότητας προϊόντων, τα οποία όμως είναι προσιτά λόγω χαμηλότερης τιμής.
Σε μια βιώσιμη κοινωνία τα προϊόντα δημιουργούνται για να διαρκούν, με την επέκταση και την ανανέωση ορισμένων αγαθών απευθείας ενσωματωμένες στη φάση του σχεδιασμού καθώς επίσης και την ανακύκλωση στρατηγικά μελετημένη, με σκοπό τον περιορισμό των αποβλήτων. Θα παρατηρήσετε ότι ο όρος “στρατηγικά βέλτιστο” έχει χρησιμοποιηθεί και σε παραπάνω δήλωση. Αυτός ο χαρακτηρισμός σημαίνει ότι τα αγαθά δημιουργούνται ανάλογα με την κατάσταση των πλανητικών πόρων, και με την ποιότητα των υλικών που χρησιμοποιούνται να βασίζεται σε μια εξίσωση, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σχετικά χαρακτηριστικά, τους ρυθμούς εξάντλησης, τις αρνητικές αλληλεπιδράσεις κ.λ.π. Με άλλα λόγια, δεν θα χρησιμοποιούσαμε τιτάνιο για κάθε θήκη υπολογιστών που παράγεται, μόνο και μόνο επειδή μπορεί να είναι το εμπειρικά “ισχυρότερο” υλικό για αυτή τη δουλειά. Η πρακτική αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξάντληση. Αντίθετα, θα υπάρχει μια διαβάθμιση της ποιότητας του υλικού που θα μπορούσε να υπολογιστεί μέσω της ανάλυσης και πάλι, των σχετικών ιδιοτήτων όπως π.χ. αντίστοιχα υλικά, ποσοστά φυσικής παλαίωσης για το συγκεκριμένο αντικείμενο, στατιστική χρήση στην κοινότητα, κ.λ.π. Αυτές οι ιδιότητες και οι σχέσεις θα μπορούσαν να αξιολογούνται με προγραμματισμό, με την πιο στρατηγικά βιώσιμη λύση υπολογιζόμενη και εξαγόμενη σε πραγματικό χρόνο.
6) Το σύστημα της αγοράς οδηγείται, εν μέρει, από τη σπανιότητα. Όσο λιγότερο υπάρχει κάτι, τόσο περισσότερα χρήματα μπορούν να δημιουργηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Αυτό δημιουργεί μια τάση στις εταιρείες να περιορίσουν τη διαθεσιμότητα, άρα αποκλείεται και η αφθονία παραγωγής. Η δημιουργία αφθονίας απλά αντιτίθεται στην ίδια τη φύση αυτού που δημιουργεί τη ζήτηση. Τα Αδαμαντωρυχεία Kimberly στην Αφρική έχουν καταγεγραφεί στο παρελθόν να καίνε διαμάντια για να διατηρηθούν οι τιμές σε υψηλά επίπεδα. Τα διαμάντια είναι σπάνιοι πόροι και η διαδικασία της δημιουργίας τους χρειάζεται δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο παρά προβληματικό. Ο κόσμος που ζούμε θα έπρεπε να βασίζεται στο ενδιαφέρον να παράγεται αφθονία για τους ανθρώπους όλου του κόσμου, μαζί με τη στρατηγική διατήρησης και εκσυγχρονισμού των μεθόδων που επιτρέπουν την αφθονία. Αυτός είναι ένας βασικός λόγος για τον οποίο εν έτει 2010 υπάρχουν πάνω από ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι που λιμοκτονούν στον πλανήτη. Δεν έχει καμία σχέση με την αδυναμία να παραχθούν τρόφιμα, αντίθετα έχει να κάνει με την εγγενή ανάγκη δημιουργίας/διατήρησης έλλειψης για χάρη βραχυπρόθεσμων κερδών. Αφθονία, αποδοτικότητα και βιωσιμότητα είναι, πολύ απλά, οι εχθροί του κέρδους. Αυτό ισχύει και για την ποιότητα των αγαθών. Η ιδέα της δημιουργίας ενός προϊόντος που μπορεί να διαρκέσει, ας πούμε, μια ζωή με ελάχιστη επισκευή, αποτελεί ανάθεμα για το σύστημα της αγοράς, διότι μειώνει τους ρυθμούς κατανάλωσης, κάτι το οποίο επιβραδύνει την ανάπτυξη και δημιουργεί συστημικές επιπτώσεις (όπως η μείωση των θέσεων εργασίας, κ.λ.π.). Το χαρακτηριστικό της σπανιότητας του συστήματος της αγοράς δεν είναι παρά επιζήμιο για τους λόγους αυτούς και εκτός αυτού, δεν εξυπηρετεί ούτε το ρόλο της αποτελεσματικής διαφύλαξης των πόρων, κάτι το οποίο υποστηρίζεται συχνά. Ενώ οι νόμοι της προσφοράς και της ζήτησης υπαγορεύουν ότι όσο λιγότερο υπάρχει κάτι, τόσο περισσότερο θα πρέπει να αποτιμάται (και επομένως λόγω της αύξησης της αξίας του θα περιοριστεί η κατανάλωση, μειώνοντας έτσι την πιθανότητα εξάντλησής του), το κίνητρο για τη δημιουργία ανεπάρκειας, σε συνδυασμό με τα εγγενή βραχυπρόθεσμα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τις καθοριζόμενες με βάση την ανεπάρκεια τιμές, στερεί από την ιδέα ότι κάτι τέτοιο επιτρέπει τη στρατηγική διατήρηση των αποθεμάτων. Ενδέχεται να μην “ξεμείνουμε” ποτέ από πετρέλαιο, στο σημερινό σύστημα της αγοράς. Αντίθετα, οι τιμές θα αυξηθούν τόσο πολύ ώστε κανείς δεν θα μπορεί να το πληρώσει, ενώ οι εταιρίες που έχουν στην κατοχή τους το υπόλοιπο πετρέλαιο, θα βγάλουν πάρα πολλά χρήματα εξ’ αιτίας της ανεπάρκειας, ανεξάρτητα από τις μακροπρόθεσμες κοινωνικές επιπτώσεις. Με άλλα λόγια, υπολειπόμενοι σπάνιοι πόροι, που υπάρχουν σε τόσο υψηλό οικονομικό κόστος ώστε να περιορίζει την κατανάλωσή τους, δεν πρέπει να συγχέεται με τη συντήρηση τους που είναι λειτουργική και στρατηγική. Αληθινή συντήρηση, η οποία πρέπει να είναι στρατηγική, μπορεί να προέλθει μόνο από την άμεση διαχείριση του συγκεκριμένου πόρου σε σχέση με τις πιο αποδοτικές εφαρμογές του στη βιομηχανία· όχι αυθαίρετα, με βάση τις επιφανειακές σχέσεις των τιμών, απουσία ορθολογικής κατανομής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: